Ταξίδι με το '55 του Θωμά Κοροβίνη
- Source Date: 27/03/2015
- Source Url: http://anagnosi.blogspot.com/2015/03/55.html
από το anagnosi.blogspot: Αν τα βιβλία αξίζουν επειδή αποτελούν μια «τσεκουριά στην παγωμένη θάλασσα που βρίσκεται εντός μας», τότε τα κείμενα που δημοσιεύονται εδώ είναι ο ήχος αυτής της τσεκουριάς και τίποτα περισσότερο
της Χριστίνας Παπαγγελή [αποσπάσματα]: Ο συγγραφέας υποτίθεται ότι ανακάλυψε, στο μαγαζί που κληρονόμησε από μια παράξενη θεία, "δυο φαρδιά, καπλαντισμένα με κόκκινη κόλλα τεφτέρια με τα γραπτά της, που είχαν κάτι από ημερολόγια, μα δεν ήταν. (…) Ήταν σαν ένα μεγάλο λαϊκό μυθιστόρημα που έτρεχε μέσα στα χρόνια και φώτιζε με τον φακό του μπρος πίσω πολλά σκοτεινά και απόκρυφα της ιστορίας της Πόλης του 20ου αι., δίνοντας κι ένα σωρό πληροφορίες για τη ζωή, τις συνήθειες, τα γεγονότα, διανθισμένες με παρατηρήσεις, προσωπικές κρίσεις και διαλόγους με διάφορα πρόσωπα και με όλες, που λέει ο λόγος, τις φυλές του Ισραήλ, που ζούσανε στην Πόλη".
Διαβάζουμε τα κείμενα που έγραψε δήθεν η περίφημη, «λατρεμένη» θεία Μαρίκα, γεννημένη το 1900∙ μια πολίτισσα της οποίας οι ρίζες χάνονται αιώνες πίσω, της οποίας οι πρόγονοι είχαν την τύχη να τους επιτρέψει ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής να κατοικήσουν στα Ταταύλα, διατηρώντας εξαιρετικά προνόμια. Απόφοιτος του Ζαππείου Παρθεναγωγείου, διορίστηκε δασκάλα και στη συνέχεια διευθύντρια στο Καντίκιοϊ και έχοντας χάσει τον μοιραίο έρωτά της, έζησε μόνη της, χωρίς να παντρευτεί, στην Πόλη ακόμα και μετά τους διωγμούς του ’55. "Υπήρξε γυναίκα μερακλού και σεβνταλού και στην εποχή της ήξερε την Πόλη απέξω σπιθαμή προς σπιθαμή αλλά και την ιστορία της την είχε διαβασμένη μέσα από πάμπολλα βιβλία, καθώς έπασχε από ισόβια φιλομάθεια". (…) Όπως λέει όμως και η ίδια, η μεγάλη της μανία ήταν να οργώσει την Πόλη και να ανακαλύψει τα μυστικά της. [...]
Η Μαρίκα δεν χρειαζόταν να μιλά τουρκικά, μέχρι το 1929, όταν η Μαρίκα από Ταταυλιανή έγινε Κουρτουλουσιανή (Κουρτουλούς μετονομάστηκαν τα Ταταύλα). Γιατί με τη νέα πληθυσμιακή σύνθεση, άλλαξε και η αντίληψη για τα τουρκικά∙ τα’μαθε φαρσί -ακόμη και μαθήματα στα οσμανλίδικα/κι έγινε μάλιστα φανατική αναγνώστρια των τουρκικών εφημερίδων, περιοδικών και βιβλίων.[...]
Μα πιο πολύ την συγκινούν τα «παιδιά της ανατολής», οι καινούριες φουρνιές που γέννησε η καλπάζουσα εσωτερική μετανάστευση. Συλλογιέμαι τον πόνο αυτού του παράδοξου ξενιτεμού μέσα στην ίδια τους τη χώρα.
Μέσα σ αυτό το ανακάτεμα φυλών η Μαρίκα ξεδιπλώνει πτυχές της κοινής ζωής κάνοντας ταυτόχρονα ιστορία και λαογραφία. Μιλά π.χ. για το ποδόσφαιρο σε αυτοσχέδια γήπεδα με μπάλα τόπια από πολύχρωμα κουρέλια, ή κουκουνάρες. Για τους θεριακλήδες του τσιγάρου, το χασίσι, τον καφέ. Για τους «ληστές» όπως ο γνωστός Εφέ Τσακιτζής ή ο περιβόητος νταής (καμπάνταης) Χρύσανθος, κι άλλοι παλικαράδες που προστάτευαν τους μαγαζάτορες της περιοχής. Το ψάρεμα στο Βόσπορο, τον καραγκιόζη στο Σισλί με τον σπουδαίο καραγκιοζοπαίχτη Μπαχαττίν (το καύχημα της Προύσας, ο εξέχων των παραδοσιακών μαΐστρων αυτής της τέχνης). Τις πυρκαγιές που φέρνει ο καρα γελ, (Καράγιαλης =μαύρος άνεμος), ο άγριος βοριάς, αλλά και για τις μεγάλες πυρκαγιές που έβαζαν οι ίδιοι οι τουλουμπατζήδες π.χ. στα Ταταύλα ή στο Πέρα γιατί, σύμφωνα με το νόμο, όποιος γλύτωνε ένα κτίριο από φωτιά, καρπωνόταν ό, τι τυχόν διασωζόταν. [...]
Ταξιδεύουμε μαζί με την αφηγήτρια, που αρέσκεται στο να σεργιανάει, στο Πέρα, στον Γαλατά, στο Μπαλούκ παζάρι, στο Μπακίρκιοϊ, στο Νισάντασι, το Φερίκιοϊ, το Σισλί, το Μπεσίκτας, τη Μαύρη Θάλασσα. Μπαίνουμε σε σοκάκια, σε μαγαζάκια, γνωρίζουμε απλούς ανθρώπους αλλά και απίστευτες ιστορίες που έχουν να διηγηθούν.
Η Ιστορία μέσα στην ιστορία
Παρόλο που η Μαρίκα ήταν μια γυναίκα που έζησε ολομόναχη, είχε έντονη κοινωνική δραστηριότητα και κοινωνική συνείδηση. Τα ιστορικά γεγονότα σε εθνικό αλλά και διεθνές επίπεδο δεν την αφήνουν αδιάφορη (μ ενδιαφέρουν όλα, τι γίνεται στο Νιου Γιορκ, μα και τι γίνεται στους Ζουλού). Με την πρωτότυπη ματιά της αναφέρεται π.χ. στο πογκρόμ εναντίον των Εβραίων το 1934, στις βιαιότητες των ναζί, στην κοσμοκρατορία των αμερικάνων, στα γεγονότα της Σαλανίκ που δυναμίστισαν τις θηριωδίες στην Πόλη (προβοκάτσια- έκρηξη στο σπίτι του Κεμάλ). Σχολιάζει τον Κεμάλ (ήταν επαναστάτης, κακά τα ψέματα/αυτή η εκρηκτική και αντιφατική προσωπικότητα), τον Ινονού (και τι δεν τραβήξαμε απ αυτόν τον κερατά, μανίτσα μου/το ’42 οργάνωσε ο δαιμόνιος ο «Κουφός» και πρότεινε στην τουρκική βουλή την επιβολή του κεφαλικού φόρου, του βαρλίκ βεργκισί, διατάσσοντας στανικώς την αυστηρή εφαρμογή του), τον Μεντερές (σε ηλικία είκοσι ετών καθοδήγησε τον σχεδιασμό της αποτρόπαιης σφαγής τριανταενός μικρών Ελλήνων προσκόπων και του τοπικού τους εφόρου), τον Αθηναγόρα για την αντικομμουνιστική του δράση και τον αμφίσημο ρόλο του στα Γεγονότα. Εξυμνεί και τον Αζίζ Νεσάν, το σύμβολο της αριστερής τουρκικής διανόησης.
Πόλη, Σεπτέμβρης 1955
Αλλά βέβαια, σε όλο το βιβλίο πέφτει βαριά η σκιά των «Γεγονότων», στις 6 του Σεπτέμβρη του 1955. Σαρανταπέντε ρωμαίικες κοινότητες υπήρξαν τότε σε μεγαλύτερο ή σε μικρότερο βαθμό θύματα της μεγάλης συμφοράς. Διάσπαρτα τα κεφάλαια σε όλο το βιβλίο με κορύφωση προς το τέλος, συνθέτουν τις φοβερές καταστροφές και τους βανδαλισμούς που βίωσαν οι Ρωμιοί σε όλες τις ελληνικές κοινότητες. Αναφέρεται σε μικρές ιστορίες-προμηνύματα των Γεγονότων, με βασικό αυτό που έπρεπε να εκλάβουν ως «προάγγελο» του ολέθρου: λεηλασίες και βανδαλισμούς από 20 Τσέτες σε δυο βοσπορινές εκκλησίες, στις 28 Αυγούστου. Πολλά σημάδια εξηγήθηκαν εκ των υστέρων με τα γεγονότα που ακολούθησαν την 6η Σεπτεμβρίου. [...]
Δεν αρκείται το ανήσυχο πνεύμα της Μαρίκας στις περιγραφές, αλλά παραθέτει σκέψεις και για τα αίτια των γεγονότων. Σαρανταπέντε χρόνια αργότερα εμφανίζεται ο ναύαρχος Φαχρί Τσοκέρ, στον οποίο είχε ανατεθεί η σε βάθος διερεύνηση των αιτίων και των αποτελεσμάτων των Σεπτεμβριανών και η σύνταξη της συνολικής δικογραφίας της υπόθεσης. Ίσως από τύψεις συνειδήσεως ο Τσοκέρ χάρισε στο βακούφι Ιστορίας της Ισταμπούλ το ανεκτίμητο αρχείο του (φωτογραφίες, έγγραφα κλπ). Εκεί αποκαλύπτεται η ενεργός σύμπραξη αστυνομίας και στρατού αλλά και ο ρόλος των μυστικών υπηρεσιών.
Η ευθύνη αποδίδεται και στους Εγγλέζους, αλλά και στους Αμερικανούς. Ο Κοροβίνης δεν κάνει βέβαια, μέσω του πλαστού προσώπου, εμβριθή ιστορική ανάλυση. Μεταφέρει ζωντανά διαλόγους και συζητήσεις των ρωμιών που έζησαν τα γεγονότα, μεταφέρει το λαϊκό αίσθημα που χάνει την εμπιστοσύνη του στην εξουσία και γυρεύει τη δικαίωση στην αυτοδικία.
[στη φωτογραφία ο Βόσπορος στις 24/ 2/1954]